Menu

HALL OF SHAME

Ποδόσφαιρο: Ψωμιάδης, Γρανίτσας, Παππάς, Νοτιάς, Θανόπουλος, Αδαμίδης, Κασνακίδης, Δημητρέλος, Original, ΑΡΔ
Μπάσκετ: Φιλίππου, Γρανίτσας, Δρόσος, Καραμανλής, Original - Βόλεϊ: Αλεξίου, Original, ΑΡΔ

Οι προπολεμικοί τερματοφύλακες της ΑΕΚ


Ανατρέχοντας στο ένδοξο παρελθόν της ΑΕΚ, διαπιστώνουμε ότι εκτός από κορυφαίους επιθετικούς, η ομάδα μας διέθετε ανέκαθεν μεγάλης αξίας τερματοφύλακες. Τα παραδείγματα πολλά: Σορεντίνο στα μέσα της δεκαετίας του 2000, Ατματζίδης και Μήνου στα ‘90s, το δίδυμο Στεργιούδα-Χρηστίδη στη χρυσή εποχή Μπάρλου και ακόμη παλιότερα ο Στέλιος Σεραφείδης. Εδικά όμως την προπολεμική περίοδο, στην Ένωση αγωνιζόταν η αφρόκρεμα της θέσης. Από τους 6 τερματοφύλακες που υπερασπίστηκαν τα κιτρινόμαυρα δίχτυα την περίοδο 1924-1940, οι 4 έγιναν διεθνείς και μάλιστα βασικοί, ενώ οι 3 θεωρούνται ακόμη και σήμερα από πολλούς αθλητικογράφους ως οι καλύτεροι που εμφανίστηκαν ποτέ στα ελληνικά γήπεδα. Ας τους δούμε αναλυτικά.



Νίκος Κίτσος (1924-1926)
Ο πρώτος τερματοφύλακας στην Ιστορία της ΑΕΚ ήταν ο μοναδικός παίκτης της παρθενικής 11άδας του συλλόγου που δεν προερχόταν από την Κωνσταντινούπολη. Ο γεννηθείς το 1903, πρώην αθλητής στίβου του Εθνικού Αθηνών, ήταν αυτός που υπερασπίστηκε την εστία της Ένωσης στην πρώτη επίσημη διοργάνωση στην οποία συμμετείχε η ομάδα, το πρωτάθλημα της ΕΠΣ Αθηνών της σαιζόν 1924-25. Αργότερα εργάστηκε στην Τράπεζα Αθηνών.
Συμμετοχές: 5 (αθηναϊκό 5)


Γιώργος Γιάμαλης (1926-1932)
Σε αντίθεση με τον Κίτσο, ο δεύτερος κατά σειρά γκολκίπερ στα κιτρινόμαυρα χρονικά ήταν βέρος Κωνσταντινουπολίτης. Γεννήθηκε το 1907, φοίτησε στη Ροβέρτειο Σχολή και σε ηλικία 15 ετών εντάχθηκε σε ένα από τα δεκάδες ρωμαίικα αθλητικά σωματεία της Βασιλεύουσας, τον Ήφαιστο. Το 1926, στον απόηχο της Μικρασιατικής Καταστροφής, αποφάσισε να εγκαταλείψει την Πόλη και να αναζητήσει μόνιμη εγκατάσταση στην Αθήνα. Εκεί δε θα μπορούσε να διαλέξει άλλη ομάδα για να συνεχίσει την καριέρα του, παρά μόνο την ΑΕΚ. Καθιερώθηκε αμέσως στη θέση του βασικού, όχι μόνο στο Δικέφαλο, αλλά και στη νεοσύστατη Εθνική Ομάδα. Ήταν μάλιστα ο ένας από τους δύο παίκτες -ο αμυντικός Στέφανος Κωνσταντινίδης ο άλλος- που εκπροσώπησαν την Ένωση στο παρθενικό ματς της γαλανόλευκης, στις 7 Απριλίου 1929 κόντρα στην Ιταλία Β΄. Ο Γιάμαλης διακρινόταν για τα εντυπωσιακά ρεφλέξ του, τις εύστοχες εξόδους του και το πνεύμα ευγενούς άμιλλας που επεδείκνυε. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός που συνέβη σε ένα ντέρμπι κόντρα στον ΟΣΦΠ το 1927: ένα σουτ από πλευράς ερυθρολεύκων παραβίασε την εστία του, η μπάλα όμως έφυγε από μια τρύπα στα δίχτυα και λόγω της ταχύτητας με την οποία εξελίχτηκε η φάση, διαιτητής, θεατές και αντίπαλοι δεν αντιλήφθηκαν το γκολ. Αντιθέτως θεώρησαν ότι η μπάλα είχε βγει απευθείας άουτ! Ο Ενωσίτης άσος, αν και μπορούσε να συνεχίσει, έσπευσε να ενημερώσει το διαιτητή και να ζητήσει την κατοχύρωση του τέρματος. Τέτοια περιστατικά σε συνδυασμό με άλλα σπάνια κατορθώματά του, όπως ένα γκολ που σημείωσε το 1928 κόντρα στον ΠΑΟ από την δική του περιοχή(!), είχαν ως αποτέλεσμα, ο Γιάμαλης να εξελιχτεί σε έναν από τους δημοφιλέστερους παίκτες της εποχής του. Το όνομά του έφτασε να γίνει και στίχος στον πρώτο ύμνο που γράφτηκε ποτέ για την ΑΕΚ! Θεωρούνταν ταυτόχρονα και μέγας γυναικοκατακτητής και γι’ αυτό το λόγο του είχε αποδοθεί το προσωνύμιο «Βαλεντίνο». Το 1932, μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδας, ανακοίνωση την απόσυρσή του από την ενεργό δράση, σε ηλικία μόλις 25 ετών. Είχε «κουραστεί», όπως δήλωνε ο ίδιος, από την καθημερινότητα του ποδοσφαιριστή. Έζησε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας μέχρι την ημέρα που έφυγε από τη ζωή, στις 24 Φεβρουαρίου 1985.


Χρήστος Ρίμπας (1929-1947)
Παίκτης-σύμβολο τόσο για την ΑΕΚ, όσο και για το προπολεμικό ποδόσφαιρο γενικότερα. Τη ζωή και τις περιπέτειές του που θύμιζαν μυθιστορηματικό ήρωα, τις εξιστόρησε τη δεκαετία του 1950 ο Λευτέρης Παπαδόπουλος στο περιοδικό «Αθλητικά Χρονικά», σε συνέχειες με τίτλο «Ο γερόλυκος». Ο Ρίμπας γεννήθηκε το 1914 στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας. Μετά την Καταστροφή του ’22 κατέφυγε στην Αθήνα. Πρωτόπαιξε ποδόσφαιρο στον Ατρόμητο Νέας Ιωνίας και εκεί τον πρόσεξε ο Ενωσίτης Θανάσης Τόπακας και εισηγήθηκε την μεταγραφή του στην ΑΕΚ το 1929. Το βάπτισμα του πυρός με τα κιτρινόμαυρα έμελλε να έρθει αμέσως. Στις 5 Μαΐου 1929, η ΑΕΚ υποδεχόταν σε διεθνές φιλικό παιχνίδι την ουγγρική Φερεντσβάρος, ομάδα-φόβητρο εκείνη την εποχή. Ο Γιάμαλης που ήταν ο βασικός γκολκίπερ έλειπε σε ταξίδι και ο 15ετής Ρίμπας κλήθηκε να αναπληρώσει το κενό του: ο πιτσιρικάς έπιασε τα άπιαστα και η Ένωση ηττήθηκε μόλις 2-1. Το εντυπωσιακό του ντεμπούτο ήταν ο καλύτερος οιωνός για τη λαμπρή πορεία που θα ακολουθούσε. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στην ηλικία των 19, ήταν ήδη ο βασικός τερματοφύλακας της Εθνικής, ενώ συμμετείχε και στη Μεικτή Βαλκανίων. Ο Ρίμπας θα μπορούσε χάρη στα προσόντα που διέθετε να επιδιώξει επαγγελματική καριέρα στο εξωτερικό, αγαπούσε όμως υπερβολικά την ΑΕΚ για να την εγκαταλείψει και έτσι παρέμεινε στις τάξεις της. Με τις αποκρούσεις του συνέβαλε καθοριστικά στην κατάκτηση του νταμπλ του 1939 και του πρωταθλήματος του 1940. Στο απόγειο της δόξας του, η χώρα ενεπλάκη στον Β΄ Παγκόσμιο και η καριέρα του επλήγη ανεπανόρθωτα. Ο «αίλουρος», όπως ήταν το προσωνύμιό του, αποφάσισε να αποσυρθεί το 1947 και ασχολήθηκε για λίγο και με την προπονητική. Όταν πέθανε, στις 19 Οκτωβρίου 1981, οι εφημερίδες τον χαιρέτησαν ως τον μεγαλύτερο Έλληνα γκολκίπερ όλων των εποχών. 
Συμμετοχές: 104 (αθηναϊκό 36, πρωτάθλημα 59, κύπελλο 9)


Παυλής (1934-1950)
Λίγα πράγματα είναι γνωστά για τον εν λόγω τερματοφύλακα. Ξεκίνησε την καριέρα του από τον Πανιώνιο Αθλητικό Όμιλο Νέας Ιωνίας, ένα προσφυγικό σωματείο που ιδρύθηκε το 1930. Στην Ένωση ήρθε τη σαιζόν 1934-35. Αν και παρέμεινε για μια δεκαπενταετία στη Νέα Φιλαδέλφεια, κατέγραψε μόλις 12 επίσημες συμμετοχές: 6 στο πρωτάθλημα της ΕΠΣΑ και ισάριθμες στο Πανελλήνιο. Προφανώς είχε περιοριστεί σε αναπληρωματικό των Ρίμπα, Σκλαβούνου και Δελαβίνια. Δε σώζεται το μικρό του όνομα, ούτε και κάποια φωτογραφία του.
Συμμετοχές: 12 (αθηναϊκό 6, πρωτάθλημα 6)


Σπύρος Σκλαβούνος (1935-1940)
Γεννήθηκε το 1912 στη Θεσσαλονίκη και έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στο Θερμαϊκό το 1929. Το 1931 κατηφόρισε στην πρωτεύουσα για λογαριασμό του Παναθηναϊκού, με τη φανέλα του οποίου κατέκτησε το πρωτάθλημα της ΕΠΣΑ το 1934. Το επόμενο καλοκαίρι, έχοντας χριστεί εντωμεταξύ και διεθνής, μεταγράφηκε στην ΑΕΚ και έως το 1940 εναλλασσόταν κάτω από τα γκολπόστ αρχικά με τον Ρίμπα και εν συνεχεία με το Δελαβίνια. Με τα κιτρινόμαυρα κατέκτησε 4 τίτλους: 2 πρωταθλήματα Ελλάδας (1939,1940), ένα πρωτάθλημα ΕΠΣΑ (1940) και ένα Κύπελλο (1939 - αν και δεν έπαιξε σε κάποιο ματς της διοργάνωσης). Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου σταμάτησε το ποδόσφαιρο και ασχολήθηκε με το λαϊκό τραγούδι. Κατόρθωσε να πραγματοποιήσει μάλιστα διεθνή καριέρα, αφού εμφανίστηκε σε κέντρα στο Παρίσι, στο Λονδίνο και την Πόλη.
Συμμετοχές: 25 (αθηναϊκό 19, πρωτάθλημα 6)


Μιχάλης Δελαβίνιας (1938-1955)
Αν και το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του έλαβε χώρα μεταπολεμικά, εντούτοις ο Μιχάλης Δελαβίνιας, πρόλαβε να αγωνιστεί και σε δύο προπολεμικές σαιζόν και έτσι συμπεριλαμβάνεται στη λίστα. Και μάλιστα τι σαιζόν ήταν αυτές! Το 1938-39 η ΑΕΚ έγινε η πρώτη ομάδα της χώρας που κατάφερε να συμπληρώσει νταμπλ, ενώ το 1939-40 κατέκτησε αήττητη το πρωτάθλημα ΕΠΣΑ και διατήρησε με άνεση τα σκήπτρα της πρωταθλήτριας Ελλάδας. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ο Δελαβίνιας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1921. Η πρώτη ομάδα της οποίας υπερασπίστηκε την εστία ήταν ο Άγιος Ελευθέριος Αχαρνών. Οι άνθρωποι της ΑΕΚ διέκριναν το ταλέντο του και τον έφεραν στο σύλλογο, παρόλο που στο ρόστερ του δέσποζαν οι διεθνείς Ρίμπας και Σκλαβούνος. Ο νεαρός γκολκίπερ όχι μόνο επιβίωσε τον εσωτερικό ανταγωνισμό, αλλά στη δεύτερη κιόλας χρονιά του εκτόπισε τους δύο συναδέλφους του και σχεδόν μονοπώλησε τη θέση βασικού. Ήταν ευλύγιστος, τρομερός στις εξόδους και ικανότατος στην οργάνωση και διεύθυνση της αμυντικής γραμμής της ομάδας. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ, την οργάνωση νεολαίας του ΕΑΜ, του λαμπρού αντιστασιακού κινήματος που απελευθέρωσε την πατρίδα μας τον Οκτώβρη του ’44. Στην πρώτη μεταπολεμική περίοδο ήταν πλέον αναντικατάστατος κάτω από τα κιτρινόμαυρα γκολπόστ, ενώ παράλληλα χρίστηκε και διεθνής. Μέχρι το 1955 όταν και αποσύρθηκε, πρόσθεσε στο παλμαρέ του άλλα δύο κύπελλα Ελλάδας (1949, 1950) και άλλα τρία πρωταθλήματα ΕΠΣΑ (1946, 1947, 1950). Πέθανε 80 ετών, στις 6 Νοεμβρίου 2003. Πολλοί μελετητές της ιστορίας του ελληνικού ποδοσφαίρου τον χαρακτηρίζουν ως τον κορυφαίο όλων των εποχών.
Συμμετοχές: 139 (αθηναϊκό 90, πρωτάθλημα 25, κύπελλο 24)

Η τελευταία συνέντευξη του Μιχάλη Δελαβίνια στην εκπομπή "Κιτρινόμαυρο Μονοπάτι"

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Οι 10 δημοφιλέστερες αναρτήσεις της εβδομάδας